Κεφάλαιο 3, Ενότητα
3: Θεωρίες για την πηγή της γνώσης.
Το κεντρικό μας ερώτημα
είναι: Ποια είναι η πηγή της γνώσης μας, ο νους, η εμπειρία ή και τα δυο; Την
πρώτη θέση υπερασπίζεται ο ορθολογισμός, τη δεύτερη ο εμπειρισμός , την κριτική
σύνθεση και των δυο η κριτική τοποθέτηση του Καντ.
Ορθολογισμός:
η γνώση πηγάζει από το νου, που λειτουργεί με τους δικούς του νόμους και τις
δικές του δυνατότητες, ανεξάρτητα από τα δεδομένα του εμπειρικού κόσμου.
Βασική
θέση:
η ανθρώπινη νόηση διαθέτει έμφυτα και a priori(
εκ των προτέρων) βασικά γνωστικά στοιχεία και βασικές πεποιθήσεις, όπως τα
αξιώματα των Μαθηματικών, λογικές αρχές και ιδέες, χάρη στα οποία μπορούμε να
γνωρίσουμε την ουσία της πραγματικότητας . Αντίθετα, τα εμπειρικά δεδομένα της
πραγματικότητας, φτάνουν στο νου a
posteriori(
εκ
των υστέρων) μέσω των αισθήσεων, είναι ατελή και μας οδηγούν σε πλάνες.
Ακραίοι
ορθολογιστές είναι: o Πλάτωνας και Ντεκάρτ, ενώ άλλοι
δεν παραγνωρίζουν εντελώς τη σημασία της εμπειρίας όπως ο Αριστοτέλης, ο
Λάιμπνιτς και ο Χέγκελ.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα ο κόσμος της εμπειρίας είναι
απατηλός, επειδή βρίσκεται σε συνεχή μεταβολή. Η βέβαιη γνώση είναι η γνώση των
ιδεών, που είναι αιώνιες και αναλλοίωτες.
Η γνωσιολογία του Πλάτωνα συνδέεται με την οντολογία και την ψυχολογία
του: Πιστεύει ότι ο υλικός κόσμος είναι φθαρτός, άρα ασήμαντος, ενώ ο νοητός
είναι αθάνατος. Στο νοητό κόσμο κατοικούν οι ιδέες, τα << όντως όντα>>
και η ψυχή πριν μπει στο φθαρτό σώμα.
Μόλις η ψυχή μπει (ενσαρκωθεί) μέσα σε κάποιο υλικό σώμα τις
ξεχνά, αλλά τις ξαναθυμάται όταν έρθει σε επαφή με τα(κακέκτυπα) αντίγραφα των
ιδεών που υπάρχουν στον αισθητό κόσμο , με την κατάλληλη νοητική επεξεργασία. To αποδεικνύει το παράδειγμα του
δούλου Μένωνα, ο οποίος λύνει ένα δύσκολο γεωμετρικό πρόβλημα, παρότι δούλος(
Πλάτωνα, Μένων).
Κριτική:
ο ρόλος των αισθήσεων δεν είναι ασήμαντος στη θεωρία αυτή, αφού εκείνες
παρακινούν την ψυχή να αναγνωρίσει τις ιδέες μέσα από τις ατελείς αντανακλάσεις
τους. Γεννούν την επιθυμία( πλατωνικός έρωτας) να αποκτήσει τη γνώση των ιδεών.
Σύμφωνα με τον Ντεκάρτ η γνώση χτίζεται πάνω σε ένα
σύνολο ιδεών που είναι έμφυτες γι
αυτό και τις αντιλαμβανόμαστε ενορατικά.
Ξεκινώντας από την
αμφιβολία για τον αντικειμενικό κόσμο κατέληξε στη σύλληψη της ύπαρξης του
ανθρώπου ως σκεπτόμενου υποκειμένου- σκέπτομαι
άρα υπάρχω- και θεώρησε πως τέτοιου είδους πεποιθήσεις στηρίζουν το
οικοδόμημα της γνώσης. Για παράδειγμα, τα μαθηματικά αξιώματα έχουν σαφήνεια,
ευκρίνεια και ενάργεια( νοηματική καθαρότητα) και παρότι αναπόδεικτα αποτελούν
τη βάση της τέλειας αυτής Επιστήμης.
Αντίστοιχα, η γνώση θεμελιώνεται από ιδέες που
εμφυτεύτηκαν στο νου μας από το θεό. Οι ιδέες αυτές, όπως η ιδέα της τελειότητας ή
οι λογικές και ηθικές αρχές έχουν την ίδια ενάργεια με τα αξιώματα των Μαθηματικών,
αλλά επειδή είναι ατελείς οι μηχανισμοί που διαθέτουμε δεν γίνονται αντιληπτές
με τους μηχανισμούς αυτούς. Αν πάρουμε το πχ του κεριού, ό,τι δεν αφορά το
εκτατό κομμάτι του( την έκταση που καταλαμβάνει) αποτελεί εποπτεία του
πνεύματος, σαφή ή ασαφή.
Άρα, οι έμφυτες ιδέες μας συλλαμβάνονται
ενορατικά, δηλαδή με κινητοποίηση του νου προς τον εαυτό του και έπειτα
επιβάλλονται ως ακλόνητες, ώστε να κατευθύνουν τη γνωστική διαδικασία, όταν
προσεγγίζουμε την εμπειρική πραγματικότητα.
Εμπειρισμός
Σύμφωνα με τη θεωρία
του εμπειρισμού η νόηση δεν διαθέτει από μόνη της κανένα γνωστικό στοιχείο, άρα
δεν δημιουργεί γνώση από το μηδέν. Δηλαδή δεν υπάρχουν έμφυτες
ιδέες(προεμπειρικά στοιχεία ) όπως υποστηρίζουν οι ορθολογιστές. Αντίθετα, οι
ιδέες πηγάζουν από το εμπειρικό υλικό που μας παρέχουν οι αισθήσεις , ενώ ο
νους απλώς οργανώνει το υλικό αυτό και δημιουργεί συνθετότερη γνώση.
Οι εμπειριστές
πιστεύουν( όπως και οι ορθολογιστές) ότι η βάση της γνωστικής διαδικασίας είναι
κάποιες πρωταρχικές πεποιθήσεις που υπάρχουν στο νου μας, οι ιδέες,
αλλά δεν είναι έμφυτες. Είναι στοιχειώδη/θεμελιώδη δεδομένα της
εμπειρικής πραγματικότητας, που εγγράφονται στο νου από τις αισθήσεις. Δηλαδή,
όταν γεννιέται ο άνθρωπος, η ψυχή είναι ένα άγραφο χαρτί, πάνω στο
οποίο εκ των υστέρων εντυπώνονται οι παραστάσεις της εξωτερικής πραγματικότητας
όπως τις συλλαμβάνουν οι αισθήσεις. Αυτές οι παραστάσεις είναι οι ιδέες, δηλαδή
στοιχειώδεις γνώσεις, των οποίων το κύρος εξασφαλίζεται από την άμεση επαφή
τους με τα πράγματα του εξωτερικού κόσμου, μέσω των αισθήσεων.
Ο εμπειρισμός έχει τις
ρίζες του στην αρχαιότητα, στους σοφιστές και τον Αριστοτέλη, που ακολούθησαν
την επαγωγική μέθοδο. Αναπτύχθηκε ως φιλοσοφικό σύστημα από τους Τ. Λοκ, Τ.
Μπέρκλευ και Ντέιβιντ Χιουμ.
Τ.
Λοκ(17ος αι.)
Ο νους είναι «άγραφος χάρτης», tabula
rasa, στο οποίο
αποτυπώνεται το υλικό της εξωτερικής πραγματικότητας (μέσω των αισθήσεων) και
της εσωτερικής αίσθησης/αναστοχασμού, όταν σκεφτόμαστε, πιστεύουμε,
αμφιβάλλουμε. Στοιχεία apriori,
ανεξάρτητα από την εμπειρία δεν υπάρχουν. Δεν δέχεται δηλαδή τις την
ύπαρξη ιδεών, αξιωμάτων με καθολικό κύρος, αφού τα παιδιά και οι
ηλίθιοι δεν τις γνωρίζουν.
Η ψυχή γεμίζει σταδιακά
με ιδέες που το κύρος τους εξαρτάται από
την αντιστοιχία τους με την πραγματικότητα:
Ø ιδέες απλές,
που δεν αναλύονται πχ το χρώμα και
Ø νέες πχ σύνθετες(
ουράνιο τόξο), σχέσεων,(ομοιότητα), γενικές( ζώο) και
πληροφορίες
για τις ποιότητές τους( ιδιότητες):
Ø πρωτεύουσες
χωρίς τις οποίες δεν μπορούν να υπάρξουν τα αισθητά αντικείμενα( έκταση, σχήμα)
Ø δευτερεύουσες,
χωρίς τις οποίες μπορούν να υπάρξουν τα αντικείμενα
Ο
εξωτερικός κόσμος υπάρχει ανεξάρτητα από
τον άνθρωπο, άρα ο Λοκ αντιφάσκει αν προσέξουμε τη θεωρία του. Αφού ο υλικός
κόσμος είναι αυτόνομος πώς ταυτίζεται με τις παραστάσεις που σχηματίζει ο νους
μας για αυτόν;
Εργασία
Σκεφτείτε
τι γνωρίζουμε για το στρογγυλό άσπρο τραπέζι;
Στην
πρόταση το λεμόνι είναι μεγάλο, βαρύ, κίτρινο και ξινό ποιες είναι οι
πρωτεύουσες και ποιες οι δευτερεύουσες ιδιότητες;
Παράθεμα
4 σελ. 86
Τ. Μπέρκλευ, ιρλανδός επίσκοπος( 17ος-18ος
αι.)
Αφετηρία
του στοχασμού του είναι η ιδέα ότι ο άνθρωπος δεν διαθέτει έμφυτες ιδέες και
απάντησή του στο Λοκ η εξής:
ΕSSE EST PERCIPI(
υπάρχει μόνο ό,τι ανταλαμβανόμαστε): δεν υπάρχει εξωτερικός υλικός κόσμος,
υπάρχει μόνο ότι μπορεί να συλλάβουν οι αισθήσεις μας. Ό,τι αποκαλούμε υλικά
αντικείμενα δεν είναι τίποτε άλλο από ένα σύνολο ιδεών( αισθημάτων όρασης,
ακοής, αφής κλπ), δηλαδή είναι συγκεκριμένα. Οι ιδέες αυτές ενοικούν στην ψυχή, το πνεύμα
μας, που είναι μια νοητική υπόσταση της οποίας η λειτουργία καθορίζεται από το
Θεό. Οι σχέσεις ιδεών- ψυχής μοιάζουν με τη σχέση ενοίκων – οικίας.
Η
αντίφαση του Μπέρκλευ έγκειται στο γεγονός ότι δέχεται κάτι έξω από τις ιδέες,
το πνεύμα.
Ντ. Χιουμ(18ος αι): η απάντηση
στο Λοκ και τον Μπέρκλευ, ο ακραίος σκεπτικισμός
Θέση:
δεν υπάρχει τίποτα έξω από τις εμπειρίες, ούτε υλική ούτε πνευματική υπόσταση
Θεωρεί
ότι ψυχή είναι το σύνολο των εμπειριών μας κι όχι μια άυλη υπόσταση μέσα στο
σώμα μας, αφού:
Ø όταν
εισδύω στην ψυχή μου, προσκρούω πάντα σε εμπειρίες αισθημάτων ή συναισθημάτων
Ø αν
υπάρχει γιατί στη διάρκεια του ύπνου οπότε απαλείφονται οι εμπειρίες, παύουμε
να έχουμε συνείδηση του εαυτού μας;
Δεν
υπάρχει εξωτερική πραγματικότητα/κόσμος, αφού δεν μπορούμε να τον γνωρίσουμε.
Ακόμη
και η επιστήμη, που είναι η πιο αξιόπιστη μορφή γνώσης είναι ανεπαρκής:
Ø Η
επιστήμη στηρίζεται στην αρχή της
αιτιότητας, που όμως δεν μπορεί να αποδειχτεί η ισχύς της. Ο άνθρωπος
συνδέει τα γεγονότα που εμφανίζονται μαζί, το ένα μετά το άλλο, με αιτιώδη σχέση αυθαίρετα και συνειρμικά. Ουσιαστικά
μετατρέπει τη χρονική σχέση σε αιτιώδη. Προσέξτε το πχ. με το σκυλί του Παυλόφ
και το μπιλιάρδο( πάντα ευστοχούμε όταν χτυπάμε τη στέκα;).
Σκεφτείτε:
μεταξύ θέρμανσης ενός μετάλλου και της διαστολής του υπάρχει αιτιώδης σχέση; Μεταξύ ενός πεζού που περνά έξω από το σπίτι
μου και του αριθμού που πληκτρολογώ στο τηλέφωνό μου υπάρχει αναγκαίος δεσμός ή
η επαναλαμβανόμενη παρατήρηση μου δημιούργησε αυτή την αίσθηση;
Ø Η
επιστήμη στηρίζεται στη διατύπωση φυσικών νόμων με αιώνια ισχύ. Οι φυσικοί
νόμοι είναι απλώς συμπυκνωμένες περιγραφές γεγονότων που συνέβησαν στο παρελθόν
και πιστεύουμε ότι θα ισχύουν αυθαίρετα και στο μέλλον( αρχή της ομοιομορφίας).
Σκεφτείτε
το χιόνι είναι κρύο και όχι αλμυρό, τα δέντρα ανθίζουν την άνοιξη και όχι το
χειμώνα, ο ήλιος ανατέλει από την ανατολή και δύει…
Άρα,
δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για
τίποτα.
Η ανάγκη μιας συνθετικής
προσέγγισης, Κριτική Σχολή
Ο
Im.
Kant( 18ος αι)
θα απαντήσει στον ακραίο αυτό σκεπτικισμό και στους πνευματικούς νομάδες που
μισούν κάθε μόνιμη εγκατάσταση όπως έλεγε. Ο Καντ θεώρησε μονομερείς τις λύσεις
που έδιναν στο πρόβλημα της γνώσης ο ορθολογισμός( υπάρχουν στο νου έμφυτες
ιδέες) και ο εμπειρισμός( η γνώση διαμορφώνεται από τις εμπειρίες) και πρότεινε
τη συνεργασία ορθού λόγου αισθήσεων.
Θεωρεί:
Ø Ότι
η γνώση αρχίζει με την εμπειρία.
Ø Ότι ο ορθός λόγος (μολονότι δεν παρέχει a priori γνώση) διαθέτει a priori μηχανισμούς οι οποίοι μέσα από την
επεξεργασία του εμπειρικού υλικού μας
παρέχουν γνώση για τη βαθύτερη υφή και τη δομή του κόσμου.
Ø Το
έμφυτο στοιχείο της νόησής μας που βρίσκεται πέρα και πάνω από την εμπειρία και
έξω από αυτήν και το οποίο παρατηρεί τις εμπειρίες, όχι μόνο μετατρέπει το
εμπειρικό υλικό σε γνώση( συγκροτεί την εμπειρία) αλλά μας δίνει γνώση και για
την ίδια τη νοητική μας λειτουργία λέγεται υπερβατικολογική
συνείδηση
Η νοητική διαδικασία λοιπόν λειτουργεί
κάπως έτσι:
Σε μια πρώτη φάση
τα αισθητήρια όργανά μας συλλαμβάνουν από το πράγμα καθαυτό, (δηλαδή από την υλική υπόσταση των πραγμάτων)
εικόνες διάσπαρτες και συγκεχυμένες πχ κομμάτια γυαλιού στο πάτωμα( όραση) και
έναν κρότο( ακοή). Ο νους μας όμως έχει την εποπτεία του βάζου, δηλαδή την
ολοκληρωμένη εμπειρική εικόνα του. Τα κατ’ αίσθηση εμπειρικά δεδομένα
μετατρέπονται σε εποπτείες με την
τοποθέτησή τους στο χώρο και το χρόνο( πρώτα έπεσε το βάζο από το τραπέζι και
μετά έσπασε).
Επομένως,
ο χώρος και ο χρόνος υπάρχουν στο νου a priori,
ανεξάρτητα από την εμπειρία και είναι απαραίτητες προϋποθέσεις της αντιληπτικής
λειτουργίας. Είναι σαν τα μάτια μας με τα οποία βλέπουμε, αλλά τα ίδια δεν τα
βλέπουμε.
Σε μια δεύτερη φάση ο
νους επεξεργάζεται, συνθέτει, συσχετίζει και νοηματοδοτεί την εμπειρική γνώση και το διάσπαρτο
περιεχόμενο των εποπτειών μας, ώστε να οδηγηθούμε στη θεωρητική γνώση, δηλαδή
στη διατύπωση πεποιθήσεων γύρω από την ουσία και τη δομή του κόσμου. Οι
μηχανισμοί αυτοί βρίσκονται στο νου a priori και ονομάζονται από τον Καντ κατηγορίες. Έτσι, οι κατηγορίες δίνουν
νόημα στις κατ’ αίσθηση εποπτείες μας, αλλά και χωρίς εποπτείες οι κατηγορίες
θα έμεναν κενές, αφού δεν θα είχαν υλικό να συνθέσουν( αμφίδρομη σχέση):
Α.
ποσότητα: ενότητας, πολλαπλότητας,
ολότητας
Β
. ποιότητα: πραγματικότητας,
άρνησης, περιορισμού
Γ.
σχέση: ουσίας, αιτιότητας,
αλληλεπίδρασης
Δ.
τρόπος: δυνατότητας, ύπαρξης,
αναγκαιότητας
Δύο
απαραίτητες διευκρινίσεις:
πράγμα καθαυτό
είναι για τον Καντ το υλικό αντικείμενο χωρίς τιε ποιότητές του, δηλ. χωρίς
τους προσδιορισμούς των αισθήσεων.
Φαινόμενο είναι
το υλικό αντικείμενο με όλες τις ποιότητές του δηλ. όπως υπάρχει στην εμπειρία
μας.
Γνωρίζουμε το δεύτερο, αλλά
μπορούμε να σκεφτούμε με τη λογική κάθε τι λογικά δυνατό και όχι αντιφατικό,
άρα και πράγματα που δεν γνωρίζουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου